Της Όλγας Ακριτίδου
Χθες το πρωί συναντήθηκα μετά από καιρό με τα παιδιά. Έπειτα από μήνες και μήνες προσπάθειας, μετά από αγωνιώδη τρεξίματα σε τράπεζες, εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία, υπουργεία και ταχυδρομεία, ύστερα από μία άνιση μάχη με την ελληνική γραφειοκρατία, αλλά και με... πισωγυρίσματα ως προς τους συνεργάτες και τους φίλους μας, φτάσαμε πια στο τέλος της διαδρομής: στο τυπογραφείο.
«Θέλω άλλες είκοσι λέξεις». «Ξαναγράψτο, έχεις επαναλήψεις». «Κόψε δυο αράδες. Δεν κλείνει». «Ρε συ, άνοιξε λίγο το κόκκινο, δεν δένει με το μωβάκι δίπλα». Μου είχε λείψει αυτός ο
πανικός της τελευταίας στιγμής, οι κράμπες στο στομάχι λίγο πριν το κλείσιμο των περιοδικών. Όλοι είχαμε στο μυαλό μας μια μικρή λεπτομέρεια που δεν μας καθόταν καλά, μια παράγραφο που ίσως έπρεπε να ξαναγραφτεί, μια γραμμή που ίσως έπρεπε να ξανατραβηχτεί. Μέχρι που η τηλεόραση μας προσγείωσε στην πραγματικότητα: μάγειρες που δίνουν σάλτα στον αέρα επιδεικνύοντας τα πιάτα τους σε κριτές με βλοσυρά βλέμματα και ελαφρώς μπουκωμένα στόματα (από φυσικού τους, όχι απ’ το φαϊ), δακρυσμένες μαγείρισσες με πόνο στα μάτια, γαμπούλες που χορεύουν στο ρυθμό της μουσικής.
Το τηλεοπτικό τρέιλερ του Master Chef μας ανάγκασε να σωπάσουμε. Να αφήσουμε στην άκρη μολύβια και πληκτρολόγια. Αυτή κάθε αυτή η φιλοσοφία της εκπομπής για τη μαγειρική και το ρόλο του μάγειρα προσβάλλει κατάφορα όσους εξακολουθούμε να βγάζουμε το ψωμάκι μας ακουμπώντας με ευλάβεια και σεβασμό στα ιδανικά της θρέψης και της γαστρονομίας. Αδικεί όλους όσοι κάποια στιγμή αναγκαστήκαμε να αλλάξουμε δουλειά για να προστατεύσουμε την αξιοπρέπειά μας. Όλοι όσοι ακόμα ονειρευόμαστε ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε κάτι καλύτερο από ένα μάτσο σκουπιδάκια, αισθανόμαστε μια γροθιά στο στομάχι βλέποντας μια σειρά από αξιόλογους μάγειρες να υποκλίνονται σε μια προστυχάντζα που επιβεβαιώνει με κάθε της πόζα την υποψία που έχουμε όλοι για το που ακριβώς έκρυψε την μπαγκέτα της όταν εγκατέλειψε την καριέρα της μαέστρου...
Υπάρχει κάτι χειρότερο από το να σε θεωρούν οι άλλοι μαλάκα: ν’ αρχίσεις να πιστεύεις πως όντως είσαι μαλάκας, επειδή όλοι σου φέρονται έτσι... Αντί να παραδειγματιστούμε από τη «φούσκα της υψηλής γαστρονομίας» που έσκασε στα μούτρα μας πριν ακόμη ενσκύψει η κρίση, αντί να βρούμε τον τρόπο να προσαρμόσουμε την αγορά της εστίασης στα νέα οικονομικά δεδομένα, αποφασίζουμε να χορηγήσουμε στους τηλεθεατές ακόμη μεγαλύτερες δόσεις μαγειρικής βλακείας. Η δημοσιότητα μεθάει ακόμη κι αυτούς που κάποτε –όταν είχαμε μιλήσει μαζί τους στο πλαίσιο κάποιων συνεντεύξεων για το Food Service- σου έδιναν την αίσθηση πως ήταν υπεράνω χρημάτων και τηλεοπτικών επαίνων.
Για να αρνηθείς το μέλι, πρέπει πρώτα να βουτήξεις το δάχτυλο σου στο βάζο. Κάποιοι, με την πρώτη ευκαιρία, έκαναν μακροβούτι στο βάζο. Κι όλα αυτά, ανερυθρίαστα, όπως αρμόζει στην ελληνική κοινωνία όπου η δημοσιότητα έχει μόνο προνόμια και όχι υποχρεώσεις. Κανείς, ας πούμε, δεν νιώθει την ανάγκη να απαντήσει εάν ένας μάγειρας που διδάσκει στους σπουδαστές του την αξία του φρέσκου ψαριού, δικαιούται να διαφημίζει κατεψυγμένα αλλιεύματα! Κανείς δεν αισθάνεται υποχρεωμένος να απαντήσει γιατί ένας βραβευμένος σεφ που κατακρίνει δημοσίως από την εκπομπή του τον τελευταίο μαγειράκο που για να γλιτώσει μερικά ευρώ χρησιμοποιεί στην κουζίνα του έτοιμη πέστο, ενώ ο ίδιος πλουτίζει διαφημίζοντας από τηλεοράσεως πατατάκια; Γιατί κανείς δεν μας λέει αν είναι ηθικό κάποιος που ζει από την τηλεόραση αλλά χαρακτηρίζει δημοσίως τα ριάλιτι ως τηλεσκουπίδια, επιτρέπει (ή προτρέπει) τον αρχιμάγειρα του εστιατορίου του να πρωταγωνιστεί σε ένα τέτοιο τηλεσκουπίδι; Γιατί, τέλος, μάγειρες που τους είχαμε σε εκτίμηση για το ήθος και το χαρακτήρα τους δέχονται να σπαταλούν το ταλέντο και την αξιοπρέπειά τους πλάι σε κάποια που πριν λίγο καιρό ρωτούσε –εξίσου ανερυθρίαστα- τις καλεσμένες της: «Μαρία μου, για 50.000 ευρώ, πες την αλήθεια: έχεις πάρει πίπα στον αδελφό σου;».
Το πρωί, η ίδια κυρία μας εξηγούσε με το εμετικά χαριτωμένο ύφος της τις τελευταίες λεπτομέρειες για την αποψινή πρεμιέρα του Master Chef. Ανοίξαμε τις εφημερίδες. Η Ελευθεροτυπία διαφήμιζε μια συλλεκτική έκδοση για το κρασί. Την ξεφυλλίσαμε με αγωνία. Εάν η ξεπέτα αυτής της βδομάδας είχε όνομα, θα την έλεγαν Fine Wine… Εδώ και καιρό η εφημερίδα αδικεί και την ιστορία και τις υπογραφές και –κυρίως- τους αναγνώστες της. Ξεκινήσαμε για το γραφείο με τα πόδια. Παρότι Κυριακή, τα φροντιστήρια είναι γεμάτα χλωμά μουτράκια... Σ’ όλο το δρόμο, κλειστά μαγαζιά, άδειες βιτρίνες με την ένδειξη «Ενοικιάζεται». Χθες, απ’ το μπαλκόνι του γραφείου, βλέπαμε τη λαϊκή να σχολάει και τους ηλικιωμένους να ψάχνουν στα σκουπίδια για τα σαπάκια που είχαν πετάξει οι μανάβηδες. Μπροστά στο γραφείο, στην έξοδο του σταθμού του μετρό, κοιμούνται κάθε βράδυ πέντε άστεγοι. Πριν το καλοκαίρι, ήταν δύο. Κάθε φορά που περνάω νιώθω τύψεις επειδή ανεβαίνοντας στον εικοστό όροφο, θα χαθεί απ’ τα μάτια μου η φτώχια τους και θα μπορέσω ν’ αφοσιωθώ στις γευστικές αρμονίες του Chardonnay και τις en primeur τιμές των μπορντολέζικων chateaux.
Τα παιδιά δεν έχουν πάρει φράγκο, μήνες τώρα. Μόνο πληρώνουν και δουλεύουν συνέχεια για να βγάλουν δυο περιοδικά αξιοπρεπή. Αντάξια του σεβασμού που τρέφουμε όλοι εμείς για τη μαγειρική, τη γαστρονομία, το κρασί, τον καφέ. Αντάξια των συμβολισμών που έχει για όλους εμάς η αίσθηση ότι τρώμε μαζί στο ίδιο τραπέζι. Το Food & Wine και Coffee & Spirits δεν θα έχουν τη χρυσόσκονη της τηλεόρασης, ούτε την προβολή του Fine Wine. Φιλοδοξούμε όμως να είμαστε εδώ όταν θα σβήσουν οι προβολείς της δημοσιότητας, όταν η τηλεόραση θα ξεχάσει τη... γαστρονομία κι όταν οι σημερινοί πρωταγωνιστές των ριάλιτι θα ξαναπάρουν το ύφος χιλίων καρδιναλίων για να λάβουν εκ νέου τα βραβεία, τις διακρίσεις, τα αστέρια τους...
Όλοι ξενυχτίσαμε για να τελειώσουμε κάποιο κείμενο. Να κλείσουμε τις στήλες με την επικαιρότητα. Χαζολογάμε αμίλητοι μέχρι να ξυπνήσουμε. Η Μαριάννα ζουμάρει σε μία από τι φωτογραφίες που συνοδεύουν τα δελτία τύπου του Master Chef για να διαπιστώσει πως όντως η κοιλίτσα της παρουσιάστριας τρίβεται πάνω στο στομάχι του πιο τροφαντού σεφ. Ο Νίκος ξεφυλλίζει το Fine Wine και φορτώνει άσχημα. Μουρμουρίζει μέσα απ’ τα δόντια. Στην οθόνη της τηλεόρασης ξανά το τρέιλερ της αποψινής πρεμιέρας. «Μήνες τώρα, μας έχει βγει η Παναγία να δουλεύουμε για να μην πει κανείς ‘τι μαλακία γράψατε; Τι ξεπέτα βγάλατε;’ Κι έχει γεμίσει ο κόσμος ξεπέτες. Όλοι ξεπέτες, γαμώ την Παναγία τους! Τα ρεντίκολα...».
Βάζω τα κλάματα. Από ντροπή, από νεύρα, από ξεφτίλα. Απόψε οι γονείς μου, οι φίλοι μου, θα δουν το Master Chef. Και ύστερα θα επαναλάβουν ό,τι ακριβώς μου είχαν πει βλέποντας τον Μποτρίνι να απολαμβάνει τα πατατάκια του: «Καλά ρε Ολγάκι μου, γι’ αυτούς τους παπάρες ξενυχτάς και κουράζεσαι;». Όχι, δεν ξενυχτάω ούτε γι’ αυτούς, ούτε για τη δήθεν γαστρονομική κουλτούρα τους. Χτυπιέμαι στη δουλειά για λογαριασμό των χιλιάδων μαγείρων, σερβιτόρων, μπουφετζήδων, οινοχόων, οινοποιών, οινολόγων, χονδρεμπόρων, διανομέων, ξενοδοχοϋπαλλήλων, που χρόνια τώρα δουλεύουν το ίδιο σκληρά και αθέατα για να μπορεί ο κάθε μαλάκας να βγαίνει στο γυαλί και να δηλώνει «βραβευμένος σεφ». Γι’ αυτούς δουλεύω και για πάρτη μου. Για να μπορώ να κοιτάζω αύριο τα παιδιά μου στα μάτια. Πάω να γράψω. Χρωστάω εκατό λέξεις για να κλείσω το τελευταίο θέμα μου. Θέλω να βγω έξω. Μακριά απ’ την τηλεόραση και τους «αστέρες» της. Την Παναγία τους...
ΥΓ. Για το Top Chef δεν θέλω ακόμη να γράψω, για δύο λόγους: πρώτον, επειδή το αμερικανικό project ήταν πραγματικά αξιόλογο και βοήθησε όντως αρκετούς νέους μάγειρες να βρουν το δρόμο τους. Δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τα βοθρολύματα που έχουν πνίξει την ελληνική τηλεόραση. Δεύτερον, επειδή οι συντελεστές της εκπομπής είναι σεβαστά πρόσωπα που έχουν καθημερινά αποδεικνύουν την προσήλωσή τους στις αξίες, τα ιδανικά και τη φιλοσοφία της υψηλής γαστρονομίας. Ο Ηλίας είναι δικός μου άνθρωπος, έτσι τον αισθάνομαι, ο Χριστόφορος και ο Herve είναι (μαζί με τον Arnaud Bignon, τον Τσανακλίδη, τον Μπαξεβάνη και τον Μποτρίνι στα νιάτα τους, τον Φόγιεμπαχ στο παρελθόν και πλέον τον Κουστούδη) οι πιο ταλαντούχοι μάγειρες που έχουν ποτέ εργαστεί στην Ελλάδα. Όσο για τον Τραστέλλη... Απλώς, σεβασμός και υπόκλιση σε κάποιον που τόλμησε να επενδύσει μια περιουσία για να μπορούμε σήμερα στην Ελλάδα να μιλάμε για haute cuisine. Ελπίζω, τουλάχιστον οι συντελεστές αυτής της εκπομπής να σεβαστούν όσα πρεσβεύουν το όνομα και η διαδρομή τους...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου