Peter Mitham
Μπορεί να μην είναι αυτό που οι κριτικοί πιστεύουν.
Οι αναπάντεχες αποκαλύψεις από την έναρξη της ετήσιας συνάντησης της ένωσης της WAWGG (Ένωσης Αμπελοκαλλιεργητών της Ουάσινγκτον) ρίχνουν νέο φώς σε δύο θέματα που αντιμετωπίζουν τα οινοποιεία και οι οινοπαραγωγοί. Ισχυροί κριτικοί μπορεί και να έχουν
αποτελέσει πιο καθοριστικό παράγοντα από ότι η κλιματική αλλαγή στην αύξηση των αλκοολικών βαθμών στα κρασιά και όπως μια νέα κατηγορία καταναλωτών εμφανίζεται, η αγορά κρασιού δεν αποτελεί πλέον μια μονολιθική οντότητα.
Μια ομάδα που συγκροτήθηκε για να καταρρίψει τους μύθους που σχετίζονται με τις πρακτικές που ακολουθούνται στο οινοποιείο και τον αμπελώνα εγκαινίασε την συνέλευση συζητώντας για τα κρασιά με υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ τα οποία ο μύθος θέλει να έχουν καλύτερη γεύση και να παίρνουν καλύτερες βαθμολογίες.
Η συζήτηση ήταν επίκαιρη, δεδομένης της πρόσφατης δημοσίευσης στο “Journal of Wine Economics” σε μια εργασία από ερευνητές όπως ο Julian Alston, η Kate Fuller, ο James Lapsley και ο George Soleas, στην οποία ερευνάται αν τα υψηλά επίπεδα αλκοόλ στα κρασιά της Καλιφόρνια είναι αποτέλεσμα των υψηλών θερμοκρασιών κατά την διάρκεια της ανάπτυξης ή στους μεγαλύτερους χρόνους κρεμάσματος που σχεδιάστηκαν για να συναντήσουν τις απαιτήσεις της αγοράς για πιο ώριμα, πιο έντονα κρασιά.
Η αντιληψη της ζήτηση της αγοράς, η εργασία συμπέρανε, ώθησε την αλλαγή. Ένα συμπέρασμα που απηχεί στην ομάδα της WAWGG. Οι ομιλητές στράφηκαν προς τους ουρανίσκους μιας Α-λίστας κριτικών του κρασιού μαζί με τους παράγοντες , οι οποόι περιλαμβάνουν τις κλιματικές και τις αμπελουργικές πρακτικές, που συμβάλλουν στην δημιουργία κρασιών 14% βαθμών ή και παραπάνω. Ο Steve Heimoff, εκδότης του περιοδικού Wine Enthouziαst, αναφέρεται σε δεδομένα από το Journal of Wine Economics υποδεικνύοντας ότι ο μέσος βαθμός Brix στα κόκκινα σταφύλια της Καλιφόρνια κατά την διάρκεια του τρύγου ανέβηκε περίπου από τους 22.2° την δεκαετία του 1980 σε 24.3° σήμερα, με κάποιες ποικιλίες και περιοχές να έχουν ακόμη μεγαλύτερη αύξηση.
Καθώς η κλιματική αλλαγή μπορεί να υποδειχθεί σαν τον καθοριστικό παράγοντα, ο Heimoff προτείνει πως οι αντιλήψεις των αποδεκτών επιπέδων Brix μπορούν να επηρεαστούν από τα είδη των κρασιών που τα οινοποιεία επιθυμούν να παράγουν. Η πιο σημαντική αλλαγή τις τελευταίες τρείς δεκαετίες μπορεί να είναι οι οινικές εκδόσεις για το κλίμα παρά το παγκόσμιο κλίμα.
«Ποια η διαφορά τότε; ούτε Parker, ούτε Spectator, σχολίασε χαριτολογώντας ο Heimoff. Αν κάνουν μόνοι τους τις επιλογές τους οι καταναλωτές, μπορεί να μην διαλέξουν τα πλουσιότερα, με γεμάτο σώμα και πολλές φορές υψηλού αλκοόλ κρασιά που παίρνουν υψηλή βαθμολογία.
«Αν οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι πίνουν μπορούν να καταλήξουν σε απίστευτα συμπεράσματα», δήλωσε ο Heimoff. Ο μέσος όρος ηλικίας της Α-λίστας των κριτικών αποτελείται από μεταπολεμικές ηλικίες. Φαίνεται πως αυτή η ομάδα «Ταλιμπάν» είναι προκατειλημμένη» ο Joshua Maloney, διευθυντής οινοπαραγωγός στους αμπελώνες Milbrandt, και πρώην οινοπαραγωγός στο Chateau Ste Michelle συμφώνησε πως οι προκαταλήψεις των κριτικών μπορούν να παίξουν μεγάλο ρόλο στο πως οι οινοπαραγωγοί θα δώσουν στυλ στα κρασιά τους. « το υψηλό αλκοόλ κάνει το κρασί να ξεχωρίζει» δήλωσε, ένας παράγοντας που θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή του κριτικού, ιδίως αν το αλκοόλ φωτίζει θετικά τα χαρακτηριστικά ενός κρασιού. «είναι όμως αυτό το κρασί που θέλει κάποιος να πάρει σπίτι του και να το πιεί;» Ρωτάει ο Maloney.
Η ερώτηση υπογράμμισε το άλλο σημείο, αυτό που τα οινοποιεία προσπαθούν να διακρίνουν το στυλ που θα δώσουν στα κρασιά τους. Ένα κρασί υψηλής περιεκτικότητας αλκοόλ μπορεί να συγκεντρώσει υψηλή βαθμολογία από κάποιους κριτικούς αλλά αν το κρασί δεν είναι αυτό που οι καταναλωτές θέλουν να πίνουν σε τακτική βάση είναι πιο πιθανό να χτίσουν την φήμη του οινοποιείου μέσα από θετικές κριτικές παρά να βρουν μια θέση και πωλήσεις ανάμεσα στους καταναλωτές. Η ποικιλομορφία γίνεται ο κανόνας με τις αγορές λιγότερο ομοιογενείς από ποτέ, αυτή η θέση μπορεί να μην υπάρχει καν.
Η ποικιλομορφία είναι πλέον ο κανόνας με τους νεότερους λάτρεις του κρασιού να φέρνουν τα δικά τους γούστα και τις επιρροές τους στο τραπέζι και τις αναδυόμενες αγορές όπως η Κίνα να ευνοούν κρασιά με μόλις 8,5% αλκοόλ τουλάχιστον δυο ποσοστιαίες μονάδες λιγότερες από τον μέσο όρο που υπάρχει στους αμερικανούς καταναλωτές.
« Οι κανόνες τώρα φεύγουν και αντικαθίστανται από το χάος και την αυθαιρεσία» δήλωσε ο Heimoff. «Δεν υπάρχει ‘ο καταναλωτής’. Υπάρχουν 10εκατομύρια καταναλωτές» και συμβούλεψε τους οινοπαραγωγούς: «κάντε αυτό που αγαπάτε. Κάντε το με τον τρόπο που θέλετε και όχι με τον τρόπο που κάποιος πιστεύει πως θα έπρεπε να το κάνετε».
Ο Christopher Hedges, διευθυντής εθνικών πωλήσεων του Κτήματος της Οικογένειας Hedges στο Κόκκινο Όρος, εγκρίνει αυτή τη συμπεριφορά. «Ποιος νοιάζεται;» ανταπάντησε όταν ρωτήθηκε για το τι θέλει η αγορά. «Προσπαθούμε να φτιάξουμε κρασιά με καλή αίσθηση γεωγραφίας. Αυτό είναι το αυθεντικό συστατικό». Το καλό νέο είναι πως η Ουάσινγκτον έχει τη γεωγραφία με το μέρος της.
Ο Mike Veseth, ο Robert G. Albertson καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο πανεπιστήμιο Puget Sound της Tacoma και συγγραφέας του ιστολογίου Economist, συμβούλεψε το κοινό που είχε μαζευτεί να ακούσει ιδέες της αγοράς ότι τα κρασιά προκαλώντας μια ξεχωριστή αίσθηση του χώρου μπορούν να προσφέρουν προστασία ενάντια στην εμπορευματοποίηση του κρασιού σε μια παγκόσμια αγορά.
Ο Veseth επεσήμανε την αυξανόμενη σημασία της υποκατηγορίας ποιότητας σαν ένα σημάδι του πως η Ουάσινγκτον έφερε την προσοχή στις μοναδικές περιοχές καλλιέργειας της. Καθώς αυτά συνέβαλαν στη υποτίμηση της ονομασίας της κοιλάδας της Κολούμπια, ενδυνάμωσαν την ταυτότητα της Ουάσινγκτον σαν παραγωγού υψηλής ποιότητας κρασιών.
Οι άνθρωποι τώρα θέλουν να ξέρουν από που προέρχεται ένα κρασί και τι είναι αυτό που το κάνει μοναδικό στην πολιτεία της Ουάσινγκτον. «Έχουμε το όνομα, έχουμε και τη φήμη», λέει ο Veseth. «Αλλά για να πάμε στο επόμενο επίπεδο χρειαζόμαστε ένα κύμα για να προχωρήσουμε». Αυτό το κύμα μπορεί να παίρνει μορφή: ο Danny Brager από τη Nielsen Co. ανέφερε ότι οι πωλήσεις των κρασιών της Ουάσινγκτον ανέβηκαν κατά πολύ.
Οι πιο θετικές κατηγορίες της αγοράς περιλαμβάνουν φιάλες των $6- $15 και αφορούν καταναλωτές με εισόδημα των $70000 το χρόνο και πάνω. Ο Brager δήλωσε ότι οι πωλήσεις στην Ουάσινγκτον ανέβηκαν 4.1% σε αξία το 2011 και 2.9% σε όγκο.
Μετάφραση Κική Παναγιώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου